Δευτέρα 19 Μαρτίου 2012

ΑΓΕΛΑΔΑ[ΜΟΥΥΥΥΥ]

Δεν είναι γνωστό πότε εξημερώθηκε το ζώο και έγινε κατοικίδιο. Η αρχική του πατρίδα θεωρείται η Ασία. Από εκεί εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο και προσαρμόστηκε ανάλογα με τους φυσικούς παράγοντες κάθε τόπου. Αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθούν ποικίλες φυλές. Η σημερινή μορφή της «βελτιωμένης» αγελάδας διαμορφώθηκε με ανθρώπινη παρέμβαση και συγκεκριμένα με τη χρήση ζωοτεχνικών μεθόδων, όπως επιλογή, αιμομειξία, πλούσια διατροφή και διασταύρωση. Η «βελτίωση» αυτή προχώρησε πιο πολύ στα δυτικά, εξαιτίας του εύκρατου κλίματος και της υγρασίας στις παράκτιες περιοχές και στα νησιά της Μάγχης, όπως επίσης στην Αγγλία και στη Βόρεια Θάλασσα. Οι βελτιωμένες φυλές μεταφέρθηκαν και κατέκτησαν την Αμερική και άρχισαν να επεκτείνονται σε όλο τον κόσμο.
Ανατομία.

Οι αγελάδες έχουν ένα στομάχι με 4 τμήματα. Πολλές φορές καταπίνουν και μεταλλικά αντικείμενα. Είναι ζώα μηρυκαστικά, που σημαίνει ξαναφέρνουν την τροφή τους στο στόμα και την αναμασούν. Η τροφή τους περιλαμβάνει κυρίως χόρτα. Η διάρκεια της κύησης είναι 9 μήνες. Ένα νεογέννητο μοσχαράκι ζυγίζει από 25 μέχρι 45 κιλά. Το παγκόσμιο ρεκόρ για το βαρύτερο ταύρο κατείχε ένας ταύρος, ονόματι Ντονέτο, ο οποίος παρουσιάστηκε το 1955 σε έκθεση στο Αρέτσο. Ζύγιζε 1.740 κιλά.[4] Οι αγελάδες ζουν συνήθως 15 χρόνια και σπάνια μπορούν να φτάσουν ως τα 25 χρόνια.
Χρήσεις.

Η αγελάδα χρησιμοποιείται για το γάλα που παράγει και για αναπαραγωγή. Το βόδι και το μοσχάρι χρησιμοποιείται για παραγωγή κρέατος, ενώ οι ταύροι χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για αναπαραγωγή. Παλαιότερα, τα βόδια χρησιμοποιούνταν και από γεωργούς για δουλειές όπως η άροση,
Φυλές.
Αγελάδα εγχώριας φυλής, που υπήρχε και υπάρχει ακόμα στην Ελλάδα. Έχει μικρό σώμα, αλλά είναι τραχιά στο τρίχωμα και ικανή να περπατάει όλη τη μέρα. Παράγει γάλα όσο χρειάζεται για το μοσχάρι της. Το τρίχωμά της έχει χρώμα μαύρο και σταχτί. Τα νεαρά ζώα είναι περίπου μαύρα και με την ηλικία γίνονται σταχτιά ως άσπρα. Η εν λόγω φυλή εξαφανίζεται σταδιακά. Εκτοπίστηκε από βελτιωμένες φυλές, οι οποίες εισάγονται από άλλα κράτη.
Βελτιωμένη αγελάδα: η φυλή αυτή προήλθε κυρίως από διασταυρώσεις των εγχώριων αγελάδων με ταύρους ή μοσχάρια ή άλλες αγελάδες (εισαγόμενα). Η βελτιωμένη αγελάδα είναι μεγαλόσωμη και πολύ νωρίς φθάνει σε ηλικία για να γεννήσει. Παράγει γάλα σε μεγάλες ποσότητες και για το λόγο αυτό έχει ανάγκη πολλής τροφής. Για το λόγο αυτό, δεν μπορεί να αναπτυχθεί στην Ελλάδα, λόγω έλλειψης λιβαδιών..
Ασθένειες.

Οι βελτιωμένες αγελάδες είναι περισσότερο ευάλωτες στις ασθένειες, επειδή με τον ενσταυλισμό απομακρύνθηκαν από τη φυσική ζωή. Πολλές αγελάδες υποφέρουν από διαταραχές, με σοβαρότερη τη σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια, η οποία είναι επίσης γνωστή ως «νόσος των τρελών αγελάδων». Η εν λόγω νόσος μεταδίδεται στον άνθρωπο μέσω της τροφικής αλυσίδας και εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Αγγλία, τη δεκαετία του 1990. Στη συνέχεια μεταδόθηκε και σε άλλες χώρες και οδήγησε στην απαγόρευση εισαγωγής βόειου κρέατος και παραγώγων από το Ηνωμένο Βασίλειο προς τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

ΚΟΤΑ

Όρνιθα, ή κοινώς κότα, (αρσενικός: πετεινός ή κόκκορας, ουδέτερο το κοτόπουλο) (επιστ. Gallus gallus domesticus) είναι ένα εξημερωμένο πτηνό. Είναι ένα από τα πιο κοινά και διαδεδομένα οικόσιτα ζώα, αφού υπολογίζεται ότι το 2003 υπήρχαν γύρω στα 24 δισεκατομμύρια εκπρόσωποι του είδους.[1] Δηλαδή υπάρχουν περισσότερες κότες στον κόσμο από οποιοδήποτε άλλο πουλί, ή και από τους ανθρώπους. Ο άνθρωπος εκτρέφει τις κότες κυρίως ως πηγή τροφίμων, για το κρέας τους και τα αυγά τους.

Η κότα πιστεύεται ότι εξημερώθηκε στην Ινδία, ενώ πρόσφατα ανακαλύφτηκαν στοιχεία ότι η εξημέρωσή της είχε ήδη ξεκινήσει στο Βιετνάμ πριν από 10.000 χρόνια[2]

Από την Ινδία το εξημερωμένο πτηνό διαδόθηκε στην Περσία, τη Λυδία, μετά στη δυτική Μικρά Ασία και γύρω στον 9-8 αιώνα π.Χ. και στην Ελλάδα.

Η κότα ήταν γνωστή στην Αίγυπτο από την 18η Δυναστεία, σαν το "το πουλί που γεννάει ένα αυγό κάθε μέρα". Η κότα ήρθε στην Αίγυπτο από την Συρία και τη Βαβυλώνα, σύμφωνα με τα χρονικά του Τούθμωση Γ'.[3] Στην Παλαιά Διαθήκη δεν γίνεται καμιά αναφορά στην εξημερωμένη κότα.

ΖΕΒΡΑΑΑ

Η ζέβρα είναι περισσοδάκτυλο θηλαστικό ζώο που ανήκει στις Ιππίδες, συγγενής του αλόγου. Το συνηθέστερο είδος Ζέβρας είναι η Ζέβρα η γνήσια (Equus zebra).

Γενικά, μοιάζει με το άλογο. Το τρίχωμά της είναι άσπρο ή πολύ ανοιχτό κίτρινο με λεπτές μαύρες ραβδώσεις, οι οποίες υπάρχουν και πάνω στην κοντή και όρθια χαίτη της. Έχει μήκος 2,2μ. και ζυγίζει γύρω στα 200 κιλά. Έχει μικρό κεφάλι, αλλά ευκίνητα αυτιά, που στρέφονται σε μεγάλες γωνίες.

Η εγκυμοσύνη της ζέβρας διαρκεί 11-13 μήνες. Τα θηλυκά γεννούν ένα συνήθως μικρό, του οποίου το τρίχωμα είναι κίτρινο, ενώ οι ραβδώσεις του καφετί. Σταδιακά αποκτά το μαυρόασπρο χρώμα των γονιών του. Θηλάζει για 7 μήνες, και απομακρύνεται από την οικογένειά του, μόλις η θηλυκή μείνει πάλι έγκυος.

Το είδος Equus Zebra ζει στην νότια και δυτική Αφρική. Τα άτομα δεν μένουν μόνα τους, αλλά σε αγέλες. Μερικές φορές μάλιστα βόσκουν μαζί με αντιλόπες ή στρουθοκαμήλους για να αντιμετωπίσουν τα σαρκοφάγα αποτελεσματικότερα. Άλλα είδη: Εquus burchelli, που τείνει να εξαφανιστεί τελείως, Equus quaga, που μοιάζει πιο πολύ με άλογο παρά με ζέβρα και Equus grevyi, η μεγαλύτερη απ' όλες.

πτηνα

Το κυριότερο χαρακτηριστικό των πτηνών είναι ασφαλώς οι πτέρυγές τους, και τα φτερά που καλύπτουν το σώμα τους. Τα φτερά αποτελούνται απ' τον κάλαμο, δηλ. το γυμνό μέρος, και τη ράχη. Στη ράχη βγαίνουν δεξιά κι αριστερά "μύστακες", που ενώνονται μεταξύ τους σχηματίζοντας το "γένειο". Τα φτερά έχουν τις ρίζες τους μέσα στο δέρμα (όπως οι τρίχες) και σχηματίζουν ένα είδος μόνωσης από τις ατμοσφαιρικές συνθήκες. Το χρώμα του φτερώματος των πτηνών ποικίλλει.

Πολλά πουλιά βάζουν το ράμφος στην πλάτη όταν κοιμούνται, όπως αυτό το φλαμίνγκο.

Τουλάχιστον μια φορά το χρόνο, τα φτερά των πτηνών πέφτουν και ξαναφυτρώνουν άλλα (πτερόρροια). Άλλο κύριο χαρακτηριστικό είναι το ράμφος τους. Αυτό αποτελείται από κεράτινες πλάκες που καλύπτουν τις γνάθους. Χρησιμοποιείται για τη συλλογή ή σύλληψη της τροφής, την τακτοποίηση των φτερών, την εξόντωση παρασίτων που τυχόν ζουν σε αυτά, τη συλλογή, μεταφορά και τοποθέτηση του υλικού της φωλιάς, την άμυνα απέναντι σε εχθρούς κ.α. Η μορφή του ράμφους είναι ανάλογη του είδους της τροφής, με την οποία τρέφεται το πτηνό. Τα πουλιά στερούνται δοντιών και χειλιών. Τα μάτια τους βρίσκονται συνήθως στις πλευρές του κεφαλιού τους. Το λεπτό δέρμα τους καλύπτεται από μακριά φτερά και μικρότερα πούπουλα. Εσωτερικά, ο σκελετός των πτηνών είναι λεπτός αλλά ισχυρός. Τα οστά είναι ελαφριά για να διευκολύνουν την πτήση. Περιέχουν εσωτερικά πολλές κοιλότητες γεμάτες με αέρα, ("πνευματικά οστά"), τα οποία συνδέονται με τέτοιο τρόπο ώστε να αποτελούν συμπαγές και στερεό σύνολο, ικανό να αντιστέκεται στην πίεση του αέρα κατά την ταχεία πτήση. Βέβαια κάποια πτηνά όπως η στρουθοκάμηλος και το παγώνι, έχουν χάσει την ικανότητα να πετούν. Τα πόδια των πτηνών είναι σκεπασμένα με λέπια κι έχουν πάντα τέσσερα δάχτυλα με νύχια. Ένα απ' τα δάχτυλά τους κατευθύνεται προς τα πίσω, κι έτσι μπορούν να να αναρριχώνται και να περπατούν.
Οι αισθήσεις των πτηνών [Επεξεργασία]

Τα πτηνά έχουν εξαιρετικά αναπτυγμένες την ακοή και την όραση. Έχουν πέντε φορές μεγαλύτερη διακριτική ικανότητα και οπτική ισχύ από τον άνθρωπο. Οι οφθαλμοί τους είναι ισχυρότεροι από αυτούς των θηλαστικών, ενώ το μεγάλο άνοιγμα της κόρης τους κάνει τα πράγματα να φαίνονται φωτεινότερα. Επίσης αυτά που έχουν τα μάτια πλάγια στο κεφάλι τους, έχουν αρκετά ευρεία γωνία ορατότητας (έως 300 μοίρες), και μάλιστα χωρίς να κινούν το κεφάλι τους. Εξαίρεση στον κανόνα αυτό αποτελούν τα νυκτόβια αρπακτικά, (κουκουβάγια κ.ά.), που έχουν τα μάτια στο πρόσθιο μέρος του κεφαλιού τους. Η όσφρηση και η γεύση τους είναι υποτυπώδεις.
Διατροφή [Επεξεργασία]

Τα πτηνά ανάλογα με το είδος, τρέφονται με σπόρους, χόρτα ή σκουλίκια και έντομα ή ακόμα και ψάρια, χελώνες, μικρά ζώα κ.α. Πολλά πτηνά τρώνε συνέχεια, και μπορούν να καταβροχθίσουν τροφή περισσότερη από το βάρος τους. Καταπίνουν την τροφή τους αμάσητη. Η πέψη διαρκεί περίπου 2 ώρες και γίνεται με τη βοήθεια γαστρικών υγρών και με χαλικάκια, που υπάρχουν στο στομάχι τους.
Αναπαραγωγή και φώλιασμα [Επεξεργασία]

Η αγαπόρνιθα (Αγαπόρνις ο ροδινόλαιμος - Agapornis roseicollis), ένα μονογαμικό πτηνό.

Τα πτηνά ετοιμάζονται για την αναπαραγωγή τους στην αρχή της άνοιξης. Στα είδη που δεν είναι μονογαμικά, η ίδια διαδικασία επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο: το αρσενικό προσελκύει το θηλυκό, με διάφορους τρόπους (π.χ. τραγούδι, επίδειξη φτερών). Μόλις ζευγαρώσουν φροντίζουν για το χτίσιμο της φωλιάς τους. Σε ελάχιστα είδη, τα θηλυκά επιδιώκουν το ζευγάρωμα με τα αρσενικά.

Τη φωλιά τη φτιάχνει είτε μόνο το αρσενικό είτε μόνο το θηλυκό ή και τα δύο μαζί, με υλικά όπως ξύλα, χόρτα, λάσπη κλπ., τα οποία μεταφέρουν κυρίως με το ράμφος τους. Η φωλιά στρώνεται εσωτερικά με πιο μαλακά χόρτα ή πούπουλα. Μόλις τελειώσει το χτίσιμο της φωλιάς, το θηλυκό αρχίζει να γεννάει εκεί αβγά, τα οποία κλωσσούν πότε το θηλυκό και πότε το αρσενικό (επώαση). Μερικές ημέρες μετά, ανάλογα με το είδος του πτηνού, βγαίνουν από τα αυγά τα μικρά πτηνά, οι νεοσσοί (εκκόλαψη). Υπάρχουν ωστόσο πουλιά που γεννούν τα αβγά τους σε φωλιές άλλων πουλιών και τα εγκαταλείπουν εκεί, όπως ο κούκος. Τα πτηνά επιβλέπουν και προφυλάσσουν τους νεοσσούς, ώσπου να βγάλουν φτερά. Πολλά πτηνά δίνουν την τροφή στα μικρά, αφού πρώτα τη μισοχωνέψουν, ενώ άλλα τη δίνουν όπως τη βρίσκουν. Οι νεοσσοί αρχικά δεν πετούν και καλύπτονται μόνο με μαλακά πούπουλα.
Είδη πτηνών

Υπάρχουν 8.700 περίπου είδη πτηνών, και ο πληθυσμός τους σε όλον τον κόσμο υπολογίζεται σε 100 δισεκατομμύρια περίπου άτομα. Στην Ευρώπη έχουν παρατηρηθεί περίπου 475 είδη πτηνών, ενώ στη Ελλάδα απαντάται η συντριπτική πλειοψηφία, 436 είδη, από τα οποία τα 2/3 φτιάχνουν τις φωλιές τους εδώ. Πριν τις μεγάλες φωτιές στην Πάρνηθα, είχαν καταγραφεί εκεί 131 είδη πουλιών [2]

Πιγκουίνος και ληστόγλαρος.

Τα πτηνά διακρίνονται σε ενδημικά και αποδημητικά ή μεταναστευτικά. Τα ενδημικά ζουν συνεχώς σε ορισμένη γεωγραφική περιοχή. Τα αποδημητικά μεταναστεύουν το φθινόπωρο κατά σμήνη σε θερμότερες περιοχές για να περάσουν εκεί τον χειμώνα, και επανέρχονται την άνοιξη. Άλλα πτηνά, τα διαβατικά, κατά τις μεταναστεύσεις τους διέρχονται από έναν τόπο.

Θεωρείται ότι η μετανάστευση είναι κληρονομικό ένστικτο, οφειλόμενο σε παλιές συνήθειες, όταν εξαιτίας κλιματολογικών ή γεωλογικών δυσμενών μεταβολών του περιβάλλοντος τα πτηνά αναγκάζονταν να μετακινηθούν από τη μια περιοχή στην οποία ζούσαν σε άλλη, για την ανεύρεση ευνοϊκών συνθηκών διαβίωσης και κυρίως τροφής. Οι μεταναστεύσεις επιτελούνται κατά ομάδες, αποτελούμενες και από τα δύο φύλα ενός είδους ή από το ένα φύλο ή από άτομα ορισμένης ηλικίας ή από άτομα πολλών ειδών και τα πτηνά ακολουθούν συνήθως την ίδια πορεία. Μερικά είδη κατά το ταξίδι τους πετούν σε σχηματισμό. Τα μεταναστευτικά πτηνά γεννούν πάντα στην πατρίδα τους. Τα πτηνά που ζουν συνεχώς στον ίδιο τόπο λέγονται καθιστικά.


Τραγούδι του ωδικού πτηνού τρυποφράκτης.

Υπάρχουν κι άλλες υποδιαιρέσεις ανάλογα με τον τρόπο ζωής, (π.χ. τα υδρόβια πτηνά όπως οι πάπιες κ.α.), τις ιδιαίτερες ικανότητες (π.χ. τα ωδικά πτηνά όπως το καναρίνι και το αηδόνι που κελαϊδούν όμορφα) κτλ.

χελωνα

Η χελώνα (επιστ. ονομ. γένους Testudo) είναι ερπετό. Ανήκει στην αρτίγονη τάξη της πρωτόγονης υφομοταξίας αναψιδωτά. Χαρακτηριστικό τους ο οστέινος θώρακας (Χέλυο) για να προστατεύεται, την σαρκώδη γλώσσα και την απουσία δοντιών. Υπάρχουν χερσαίες, θαλάσσιες και αμφίβιες χελώνες. Ζουν και σε εύκρατα και σε τροπικά κλίματα. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των χελωνών είναι το καβούκι τους, το οποίο προστατεύει το σώμα τους.

Οι χελώνες αναπαράγονται κατά την καλοκαιρινή περίοδο. Γεννούν αυγά τα οποία αφήνουν σε τρύπες τις οποίες σκάβουν. Οι χελώνες στη συνέχεια δεν έχουν καμιά σχέση με τα μικρά τους, τα οποία μεγαλώνουν μόνα τους.Χερσαίες.

Οι χερσαίες χελώνες ζουν αποκλειστικά στην ξηρά και υπάρχουν σήμερα περίπου 50 είδη. Τρέφονται κυρίως με φυτά αλλά θεωρείται παμφάγο ζώο. Του χειμερινούς μήνες οι χελώνες πέφτουν σε χειμέρια νάρκη και η γονιμοποιήση τους γίνεται τους θερινούς μήνες, γεννώντας από 2 ως 12 αυγά. Οι χελώνες ζουν 150 χρόνια.
Θαλάσσιες .

Τα άκρα τους είναι σαν πτερύγια και ο θώρακας τους πολύ πεπλατυσμένος. Τρέφονται με θαλάσσια φυτά και ασπόνδυλα. Η γονιμοποίησή τους γίνεται τους θερινούς μήνες και γεννούν περισσότερα αυγά από τις χερσαίες και η απόθεσή τους γίνεται τμηματικά. Σκάβει στην άμμο των παραλιών και εναποθέτει μέσα στην λακκούβα 100-120 αυγά κατά τη διάρκεια της νύκτας, η θερμότητα του ήλιου βοηθά στην εκκόλαψη των αυγών. Τα αυγά έχουν το μέγεθος μιας μπάλας του πινγκ πονγκ και παραμένουν στην φωλιά για 50-60 ημέρες.

Οι δερματοχελώνες είναι οι μεγαλύτερες θαλάσσιες χελώνες, με μήκος που μπορεί να φτάσει τα 2,50 μέτρα και με βάρος που ξεπερνά τα 500 κιλά και θεωρείται περισσότερο απειλούμενο είδος από την καρέτα-καρέτα.
Αμφίβιες .

Τα άκρα τους είναι ενωμένα σαν πτερύγια και ο θώρακας τους αρκετά πεπλατυσμένος. Ζουν κυρίως στις όχθες ποταμών και τρέφονται με υδρόβια ζώα και πλαγκτονικούς οργανισμούς (μαλάκια, ψάρια, μέδουσες, βατράχους κτλ.). Την χειμέρια νάρκη τους την περνούν στους πυθμένες των τελμάτων.

hamster

Τα νανόσωμα χάμστερ είναι δημοφιλή κατοικίδια. Αυτά, τα αξιαγάπητα μίνι-τρωκτικά, τα οποία ζυγίζουν μετά βίας πενήντα γραμμάρια, είναι πολύ εύκολα στην φροντίδα τους, στην εξημέρωσή τους και είναι πολύ αστεία. Αυτό το βιβλίο θα σας ενημερώσει σχετικά με ότι χρειάζεται να γνωρίζετε για το νανόσωμο χάμστερ σας. Περιλαμβάνει πολλές πρακτικές πληροφορίες σχετικά με την απόκτηση, την διατροφή, την φροντίδα και την στέγαση των νανόσωμων χάμστερ. Θα γνωρίσετε τα πέντε πιο γνωστά είδη: το Ρωσικό νανόσωμο χάμστερ, το νανόσωμο χάμστερ του Κάμπελ, το νανόσωμο χάμστερ το Ρομπορόβσκι και το Κινέζικο νανόσωμο χάμστερ. Μεγάλη προσοχή δίδεται επίσης και στο χρώμα των διαφόρων ποικιλιών. Αυτό το πλούσια εικονογραφημένο βιβλίο είναι μία από τις πιο ολοκληρωμένες εκδόσεις που έχουν υπάρξει ποτέ σχετικά με τα νανόσωμα χάμστερ. Δίνει απαραίτητες πληροφορίες και για κάποιον αρχάριο, αλλά και για κάποιον έμπειρο λάτρη των νανόσωμων χάμστερ.

γατα

Η γάτα (Felis catus) ανήκει στην οικογένεια των Αιλουριδών και είναι το πιο διαδεδομένο κατοικίδιο ζώο. Ζει στο περιβάλλον του ανθρώπου εδώ και τουλάχιστον 9.500 χρόνια.

Δεινός θηρευτής, η γάτα κυνηγά πάνω από 1.000 είδη ζώων για τροφή. Μπορεί να εκπαιδευτεί ώστε να υπακούει σε απλές διαταγές. Οι γάτες επίσης έχει διαπιστωθεί ότι μαθαίνουν να χειρίζονται απλούς μηχανισμούς, όπως πόμολα πόρτας. Τα ζώα χρησιμοποιούν μια ποικιλία φωνών και ένα είδος γλώσσας του σώματος που τους χρησιμεύει στη μεταξύ τους επικοινωνία. Τα νιαουρίσματα, τα γουργουρίσματα και τα μουγκρίσματα είναι από τους πιο γνωστούς τρόπους επικοινωνίας.[4] Το 1906 ιδρύθηκε η Διεθνής Ένωση Φίλων της Γάτας (Cat Fancier's Association, αρκτικόλεξο CFA).

Στην Κίνα οι γάτες εκτρέφονται με σκοπό το εμπόριο της γούνας τους. Το γεγονός ότι στοιβάζονται σε κλουβιά και θανατώνονται[6] έχει προκαλέσει αντιδράσεις από φιλοζωικές κυρίως οργανώσεις παγκοσμίως .

Μέχρι πρόσφατα πιστευόταν ότι η γάτα εξημερώθηκε στην αρχαία Αίγυπτο, όπου θεωρούνταν ιερό ζώο.[8] Ωστόσο, τα αποτελέσματα έρευνας του 2007 έδειξαν ότι η καταγωγή όλων των κατοικιδίων γατών πιθανώς ανάγεται σε πέντε αφρικανικές αγριόγατες (Felis silvestris lybica) που έζησαν στην Εγγύς Ανατολή γύρω στο 8000 π.Χ.

σκυλος

O σκύλος (αρχ. ελλ. κύων) είναι ανώτερο θηλαστικό ζώο του γένους Canis. Πιθανότατα η καταγωγή του προέρχεται από τον κοινό λύκο. Ο σκύλος αποτελεί ένα από τα κοινότερα κατοικίδια ζώα.

Η σχέση του με τον άνθρωπο χρονολογείται από τα πολύ παλαιά χρόνια. Έχει υμνηθεί και δοξαστεί πολλές φορές κυρίως για την (έμφυτη) τάση του να δέχεται τον άνθρωπο ως ηγετικό μέλος της αγέλης και να δένεται μαζί του ιδιαίτερα στενά. Έτσι, έχουν υπάρξει περιπτώσεις σκύλων που θυσιάστηκαν για το "αφεντικό" τους στην προσπάθειά τους να το σώσουν ή να το προστατεύσουν.

παντα ζωο

Η αρκούδα Πάντα ζει στα δάση της Κίνας. Το επιστημονικό τους όνομα είναι Ailuropoda melanoleuca. Συνήθως το βάρος τους είναι 86 με 125 κιλά ενώ το ύψος 1,20 μ. με 1,90 μ.. Κατά τη διάρκεια της μέρας αναζητεί την τροφή του και καταναλώνει τεράστιες ποσότητες φύλλων και τρυφερών βλαστών μπαμπού. Ο μοναδικός τους εχθρός είναι ο άνθρωπος, αφού δεν απειλούνται από κάποιο αρπακτικό. Παρ' όλα αυτά κινδυνεύει να εξαφανιστεί καθώς έχει μειωθεί πολύ ο αριθμός τους, τα τελευταία χρόνια.
Τα σχήματα πάνω στο δέρμα τους χρησιμεύουν για να αναγνωρίζονται εύκολα μεταξύ τους μέσα στα πυκνά δάση. Οι αρκούδες πάντα είναι ιδιόμορφα ζώα. Καταστρέφουν τεράστιες εκτάσεις προκειμένου να βρουν την τροφή τους. Είναι διακριτά στο περιβάλλον όπου ζουν, γι’ αυτό κρατούν σε απόσταση τα ζώα που κινούνται γύρω τους. Το κυριότερο όμως είναι ότι χάρη στα μοτίβα της γούνας τους εντοπίζουν εύκολα το σύντροφό τους όταν θέλουν να ζευγαρώσουν.

καμηλοπαρδαλη

Η καμηλοπάρδαλη είναι το ψηλότερο ζώο στον κόσμο. Ανήκει στην τάξη των Αρτιοδάκτυλων, στο οποίο ανήκει ένα μόνο είδος, η Καμηλοπάρδαλις η κοινή (Giraffa camelopardalis). Το εν λόγω είδος έχει αρκετές ποικιλίες και ζει σε αγέλες θηλυκών με τα μικρά τους, τα οποία έχουν ένα αρσενικό για αρχηγό.

Είναι θηλαστικό και φυτοφάγο. Πήρε το όνομά της από τον συνδυασμό των λέξεων «Καμήλα» και «Λεοπάρδαλη». Το ύψος της φτάνει τα 5,5 μέτρα και το βάρος της τα 1.350 κιλά. Το σώμα της καλύπτεται από παχύ δέρμα και φέρει καφετιές κηλίδες. Το κεφάλι της φαντάζει μικροσκοπικό σε σχέση με το μακρύ λαιμό της και καταλήγει σε δύο μικρά κέρατα. Έχει μεγάλα υγρά μάτια και ευκίνητα αυτιά. Η όραση και η ακοή της είναι πολύ ανεπτυγμένες. Η καμηλοπάρδαλη βαδίζει αργά, και όταν παραστεί ανάγκη μπορεί να τρέξει με ταχύτητα 30 χιλιομέτρων.

Τρέφεται με φύλλα και βλαστούς ψηλών δέντρων που είναι απρόσιτα στα άλλα ζώα. Όταν θέλει να πάρει κάτι από το έδαφος ή να πιει νερό ανοίγει τα μπροστινά πόδια της ή γονατίζει λυγίζοντάς τα. Ωστόσο, η καμηλοπάρδαλη δεν πίνει συχνά νερό διότι, λόγω ύψους, είναι αναγκασμένη να ακολουθήσει ολόκληρη διαδικασία για να σκύψει, οπότε εκείνη τη στιγμή γίνεται πολύ ευάλωτη στους εχθρούς της.

Η καμηλοπάρδαλη ζει στην Κεντρική Αφρική. Κατά μέσο όρο ζει ως 30 χρόνια. Είναι κοινωνικό ζώο. Ζει σε ομάδες των 12-15 ατόμων που αποτελείται από ένα αρσενικό και τα θηλυκά με τα μικρά τους. Είναι ζώο φιλήσυχο και συνήθως τρέπεται σε φυγή για να γλιτώσει από τα σαρκοφάγα ζώα. Η νεογέννητη καμηλοπάρδαλη έχει ύψος 1,5 μέτρα και βάρος 55 κιλά. Kαθημερινά η καμηλοπάρδαλη περνάει 12 ώρες βόσκοντας και κοιμάται βαθιά 20 λεπτά το 24ωρο. Η καμηλοπάρδαλη γεννάει όρθια και το μωρό της πέφτει στο έδαφος από ύψος 1,5 μέτρου.

Σάββατο 17 Μαρτίου 2012

ΛΥΚΟΣ

Ο λύκος φέρει αρκετά από τα ανατομικά χαρακτηριστικά του σκύλου. Ο λαιμός του ωστόσο είναι μεγαλύτερος ως προς την περιφέρεια και περισσότερο δυσκίνητος. Το κρανίο του είναι μεγάλο σε σχέση με το υπόλοιπο σώμα του και διαθέτει συνολικά 42 δόντια με χαρακτηριστικούς μεγάλους κυνόδοντες. Το μήκος ενός μέσου αντιπροσώπου του είδους κυμαίνεται από 1 - 1,50 m και το ύψος του 65 – 90 cm, με αντίστοιχο βάρος 30 - 50 κιλά. Το τρίχωμά του έχει φαιά απόχρωση κατά τη διάρκεια του χειμώνα και φαιοκίτρινη το καλοκαίρι. Η κατασκευή του λύκου, ψηλά πόδια, φαρδύ πέλμα του επιτρέπουν να περπατά με άνεση στο χιόνι. Ως θηρευτικό είδος διανύει μεγάλες αποστάσεις σε αναζήτηση της τροφής του και μπορεί να αναπτύξει ταχύτητα 40 – 50 km/h.

Γεωγραφική διασπορά του λύκου. Με πράσινο οι σημερινές ζώνες εξάπλωσης, με κόκκινο οι παλαιότερες επιπλέον ζώνες εξάπλωσης.

Προτιμά τα μεσαία έως μεγάλα υψόμετρα και απαντάται συχνά σε διάσελα, αλλά και σε πεδινές περιοχές. Στη διατροφή του περιλαμβάνονται μικρά ζώα, καρποί, ακόμη και αγροτικά ζώα. Δεν έχει μόνιμη κατοικία και κινείται διαρκώς σε αναζήτηση περιοχών που του εξασφαλίζουν τροφή. Κυνηγά συνήθως τη νύχτα, ενώ την ημέρα κρύβεται σε υπόγειες στοές ή κοιλότητες βράχων. Ζει σε οικογενειακές ομάδες ή ευρύτερες ομάδες οικογενειών, τις αποκαλούμενες αγέλες, κυρίως για θηρευτικούς λόγους. Πυρήνας της αγέλης είναι το αναπαραγωγικό ζευγάρι. Κάθε αγέλη κινείται σε αυστηρά καθορισμένη περιοχή, την οποία οριοθετεί το κυρίαρχο αρσενικό, ο αρχηγός της αγέλης, μέσω της ούρησης. O Baden Powell (ιδρυτής του προσκοπισμού) επέλεξε την αγέλη των λύκων για να δημιουργήσει την ομάδα των μικρών προσκόπων (λυκόπουλα)

ORIKTEROPOUS

Η επιστημονική του ονομασία είναι ορυκτερόπους. Είναι ζώα νυκτόβια και δειλά και τρέφονται κυρίως με σκουλήκια, έντομα και τερμίτες εξ ου και η κοινή ονομασία τους μυρμηγκοφάγοι.

Ζούν στην Αφρική και συγκεκριμένα στη γεωγραφική ζώνη της Αιθιοπίας και στις ανατολικές νότιες ακτές της ηπείρου, (Σενεγάλη), μέχρι το νότιο Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδος.

Όλοι;

Όχι όλοι! Υπάρχει και ένας που ζει στο Όρεγκον των Ηνωμένων Πολιτειών.. το όνομα του είναι Pua και φιλοξενείται στο σπίτι της Άντζελα Γκούντγουιν.

Η Άντζελα φροντίζει να έχει πάντα αρκετό «φαγητό» στον κήπο του σπιτιού της, αλλά ο Πούα, όπως ονομάζεται το συμπαθές ζωάκι, έχει μάθει να ανοίγει τα συρτάρια και το ψυγείο, για να βρει το αγαπημένο του τυρί.

MICRO-PIG

Τα γουρούνια θεωρούνται ζώα με υψηλό iQ, περισσότερο από αυτό του σκύλου. Βέβαια δεν είναι εύκολο να ζει κάποιος με ένα ζώο 110 κιλών. Υπάρχει και η μικρή του εκδοχή όμως που λύνει το θέμα. Τα αξιαγάπητα αυτά ζωντανά φτάνουν μέχρι 20 κιλά και μπορούν να εκπαιδευτούν ώστε να φέρονται όπως ένα οποιοδήποτε άλλο κατοικίδιο.

KATSIKA PUGMAIOS

Ζει στην Αφρική και παρόλο που μπορεί να παράξει αρκετό γάλα και κρέας σε σχέση με το μέγεθός της, οι περισσότεροι τη χησιμοποιούν ως κατοικίδιο. Ζυγίζει το πολύ 40 κιλά και έχει ύψος μέχρι και 60 εκατοστά.

NANOFOX

Η μικρότερη από όλα τα είδη αλεπούς. Την συναντάμε στη Σαχάρα και σε άλλα μέρη της Βόρειας Αφρικής. Χαρακτηριστικά είναι τα αφτιά τους που φτάνουν τα 15 εκατοστά! Ο ρόλος τους είναι να ελέγχουν την θερμοκρασία του σώματος και να τις κρατάνε δροσερές στη ζέστη της Σαχάρας.

ΠΙΘΗΚΟΙ

Εκτός από τους γορίλες και τους ανθρώπους, όλοι οι πίθηκοι είναι ικανότατοι στην αναρρίχηση σε δέντρα. Είναι παμφάγοι και η δίαιτά τους αποτελείται από καρπούς, χόρτα, σπόρους, και στις περισσότερες περιπτώσεις κρέας και ασπόνδυλα, αλλά και οτιδήποτε άλλο είναι διαθέσιμο και χωνεύεται εύκολα. Κατάγονται από την Αφρική και την Ασία, και έχουν εξαπλωθεί σε όλες τις ηπείρους (με το ανθρώπινο είδος να αποτελεί το μόνο ζώο που κατοικεί σε όλον τον κόσμο).

Τα περισσότερα είδη είναι σπάνια ή απειλούμενα. Η κύρια απειλή εναντίον τους είναι η καταστροφή των τροπικών δασών, αλλά μερικοί πληθυσμοί κυνηγούνται και για το κρέας τους

ΚΡΟΚΟΔΕΙΛΟΙ

Οι κροκόδειλοι είναι σαρκοβόρα ζώα. Μπορεί να ειπωθεί πως είναι από τους καλύτερους θηρευτές της φύσης. Αυτό οφείλεται στα κοφτερά τους δόντια και στην γρήγορη τους κίνηση. Όταν ένας κροκόδειλος κυνηγήσει μέσα στο νερό την ώρα που θα επιτεθεί στο ανύποπτο ζώο αυτόματα μια βαλβίδα αποτρέπει την είσοδο νερού μέσα στο ζώο. Μετά με τα κοφτερά του δόντια ικανά να ξεσκίζουν και το σκληρότερο δέρμα κατασπαράζουν κυριολεκτικά όποιοδήποτε ζώο. Αυτό το ζώο μπορεί να είναι βουβάλι της ερήμου. Έχουν απίστευτη δύναμη και αν ένα θύμα αντισταθεί τότε είναι που εφαρμόζει την τακτική της στροφής του θανάτου. Δηλαδή γυρίζει μερικές φορές και το θύμα στην προσπάθεια του να ξεφύγει κομματιάζεται. Μερικές φορές κυνηγούν ομαδικά και δεν μαλώνουν αν δεν υπάρχει αρκετή τροφή για όλους. Κάποτε κάποια είδη κινδύνεψαν να εξαφανιστούν από έλλειψη τροφής. Έτσι οι άνθρωποι προκειμένου να τα σώσουν έφτιαξαν τεχνητά ποτάμια με τρεχούμενα νερά. Αυτό ευνοεί την ανάπτυξη ψαριών και κυρίως σολομών που κινούνται αντίθετα στο ρεύμα αποτελώντας άφθονη τροφή για τους κροκόδειλους.

ΚΑΓΚΟΥΡΟ

Ο πρώτος Ευρωπαίος που είδε καγκουρό ήταν ο Ολλανδός ναυτικός Πέλσαρτ, το 1629. Το πλοίο του είχε ναυαγήσει στην ακτή της Αυστραλίας. Βγήκε στη στεριά και ξάπλωσε στο χορτάρι να ξεκουραστεί. Ξαφνικά είδε ένα καγκουρό. Όταν έφτασε στην Ευρώπη τα είπε στους άλλους ταξιδιώτες. Το όνομά τους το πήραν από τον Άγγλο θαλασσοπόρο Τζέημς Κουκ, περίφημος εξερευνητής, το 1770, στην Αυστραλία. Όταν ο Κουκ ρώτησε τους Ιθαγενείς πώς λέγεται αυτό το ζώο του απάντησαν: << Καν γκου ρό >>, που σημαίνει πάνω-κάτω. Το αληθινό όνομα του Καγκουρό στη γλώσσα των Ιθαγενών είναι γολαρού και το λένε έτσι μέχρι και σήμερα. Αυτά που είχε δει ο Κουκ ήταν τα γαλαμπί όπως τα λένε οι Ιθαγενείς, και ανήκουν και αυτά στην οικογένεια των μακρόποδων.

Όλα όμως τα ζώα που τα λένε καγκουρό, μικρά ή μεγάλα ανήκουν στην τάξη των μαρσιποφόρων. Το όνομα μαρσιποφόρα προέρχεται από την αρχαία λέξη μάρσιπος, που σημαίνει σάκος και δόθηκε στα ζώα αυτά επειδή, η θηλυκιά έχει ένα είδος σάκου στην κοιλιά, όπου τα μικρά τους περνούν τους πρώτους μήνες της ζωής τους. Στην κοιλιακή πλευρά του μαρσίπου υπάρχουν οι θηλές, απ' όπου τα μικρά καγκουρό θηλάζουν για μερικούς μήνες. Όταν γεννηθούν, η μητέρα γλείφει το τρίχωμα της κοιλιάς της κι ανοίγει ένα δρόμο ως τον σάκο, ώστε τα μικρά να μπορούν εύκολα να τον βρούν.

Η θηλυκιά γεννάει ένα, και καμιά φορά δύο, μικρά. Μερικοί επιστήμονες λένε ότι τα καγκουρό ζούσαν σε δέντρα, δεν είναι γνωστό πώς ή γιατί κατέβηκαν στο έδαφος. Ωστόσο ένα είδος τα δενδρόβια καγκουρό ξαναγύρισαν στα δέντρα όπου τρέφονται και κοιμούνται.

Τα καγκουρό διαφέροντας από πολλά ζώα δεν φτιάχνουν συνήθως φωλιές ή λαγούμια. Ζουν χωρίς να έχουν κανένα καταφύγιο, τριγυρνούν ελεύθερα και τρέχουν εδώ κι εκεί με καταπληκτικά πηδήματα που φτάνουν τα 6 έως 8 μέτρα και τα βοηθούν να τρέχουν με μεγάλη ταχύτητα, σχεδόν ως πενήντα χιλιόμετρα την ώρα. Στηρίζονται στα δυνατά πισινά πόδια και στην ουρά ως πρόσθετο υποστήριγμα.

ΧΑΜΕΛΑΙΟΝ

Ο Χαμαιλέοντας είναι ερπετό το οποίο έχει την ικανότητα να αλλάζει χρώμα ανάλογα με τον περιβάλλον του. Τα ειδικά κύτταρα του οργανισμού του, του επιτρέπουν να είναι καμουφλαρισμένος, για μία σχεδόν ολόκληρη ημέρα. Ο χαμαιλέοντας δεν γίνεται το ίδιο χρώμα με την επιφάνεια που αγγίζει, αλλά αλλάζει χρώμα έτσι ώστε να φαίνεται σαν το φύλλωμα. Διαθέτει μακριά συλληπτήρια ουρά, εξογκωμένα μάτια κινούμενα ανεξάρτητα από το άλλο. Ο χαμαιλέοντας τρέφεται με διάφορα έντομα και έχει την ικανότητα να γαντζώνεται εύκολα πάνω σε κλαδιά. Η τεράστια και κολλώδης γλώσσα του, το βοηθά να πιάνει έντομα. Μένει ακίνητος περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για να εκτινάξει τη γλώσσα του όπου ένα άτυχο έντομο θα κολλήσει πάνω της. Αν απειληθεί, μένει ακίνητος για να παραπλανήσει τον εχθρό του. Βρίσκεται συνήθως πάνω στα δέντρα, έτσι, τις περισσότερες φορές είναι πράσινος. Δεν χρειάζεται να πίνει νερό γιατί πίνει τους χυμούς από τα έντομα που τρώει. Στην Ελλάδα, ο κοινός χαμαιλέοντας συναντάται στην Κρήτη, τη Σάμο και τη Χίο, συνήθως κοντά σε υγρότοπους με παραποτάμια βλάστηση, σε ελαιώνες, αμπελώνες και άλλες καλλιέργειες, καθώς και σε μακία βλάστηση. Απειλείται από την καταστροφή των ενδιατημάτων του (πυρκαγιές, αγροτική μηχανοποίηση, τουριστική ανάπτυξη), τα κινούμενα οχήματα που προκαλούν μεγάλη θνησιμότητα στους δρόμους, αλλά και το παράνομο εμπόριο, αφού οι χαμαιλέοντες προτιμώνται… ως εξωτικά κατοικίδια. Στο εξωτερικό εξαπλώνεται σχεδόν σε όλες τις μεσογειακές χώρες από το Μαρόκο μέχρι την Κύπρο, ενώ φτάνει μέχρι το Ιράκ και το Ιράν.Ο χαμαιλέοντας ζει σε δενδρώδη βλάστηση και είναι ερπετό που προσαρμόζεται σε ζεστά κλίματα. Σαν ετεροθερμικά ζώα, είναι δραστήρια κατά τις ζεστές εποχές ενώ τον υπόλοιπο χρόνο αποσύρονται μέσα στους θάμνους και είναι πολύ λιγότερο δραστήρια ή καθόλου δραστήρια.Η αναπαραγωγική του περίοδος ξεκινάει τον Αύγουστο όπου τα αρσενικά και θηλυκά εγκαταλείπουν την περιοχή τους σε αναζήτηση συντρόφου. Το ζευγάρωμα γίνεται κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.

Τα θηλυκά ξεκινούν να γεννούν τα αυγά τους (30-40 κατά μέσο όρο) το Φθινόπωρο στις αμμώδεις εκτάσεις της περιοχής.

Η επώαση μέσα στην άμμο διαρκεί 11 μήνες. Ετσι τα νεοσσά εκκολάπτονται το επόμενο καλοκαίρι. Το μέγεθος κατά την εκκόλαψη είναι 6cm και πριν ξεκινήσει ο χειμώνας θα το διπλασιάσουν . Τότε θα σταματήσουν να μεγαλώνουν μέχρι την επόμενη Ανοιξη όταν θα ξαναρχίσουν να τρέφονται. Μετά τη χειμερία νάρκη το μέγεθός τους θα φτάσει τα 37cm, μέγεθος που τα κάνει έτοιμα για την πρώτη αναπαραγωγή.

ΣΚΙΟΥΡΟΙ

Σκίουρος ή βερβερίτσα είναι το κοινό όνομα μικρού θηλαστικού της οικογένειας Σκιουρίδες. Το όνομα αυτό προέρχεται από την ελληνικές λέξεις σκιά και ουρά. Συνήθως η λέξη χρησιμοποιείται για να κατονομάσει ζώα του γένους Σκίουρος (Sciurus) και Ταμιασκίουρος (Tamiasciurus). Αυτά τα τυπικά μέλη της οικογένειας είναι τρεις σκίουροι με μεγάλες φουντωτές ουρές, που απαντώνται στην Ευρώπη, την Ασία και την Αμερική. Παρόμοια γένη υπάρχουν και στην Αφρική. Ωστόσο, στις Σκιουρίδες περιλαμβάνονται επίσης οι ιπτάμενοι σκίουροι, και σκίουροι εδάφους όπως οι κυνόμυες και οι μαρμότες.Το πιο γνωστό χαρακτηριστικό του σκίουρου είναι η μακριά φουντωτή ουρά, που σε μερικά είδη έχει μήκος περίπου ίδιο του κορμιού του. Τα πισινά του πόδια είναι σχετικά μεγάλα και το ζωάκι μπορεί άνετα να κάθεται πάνω τους με τα μικρά μπροστινά να κρατάνε καρπό ή άλλο αντικείμενο. Τα μπροστινά όσο και τα πισινά πόδια εξοπλίζονται με μικρά αλλά δυνατά νύχια κατάλληλα για σκάψιμο στο έδαφος και σκαρφάλωμα σε δέντρα.

Σπάνια είναι ολόλευκοι οι σκίουροι.

Το χρώμα του σκίουρου διαφέρει ανάλογα με το είδος, με τα πιο συνηθισμένα χρώματα το μαύρο, το κόκκινο, το γκρίζο και το καφέ στην πλάτη και το λευκό στην κοιλιά. Οι σκίουροι έχουν διπλό τρίχωμα, το εσωτερικό είναι πυκνό κι απαλό στην αφή, ενώ το εξωτερικό αποτελείται από μακριές σκληρές τρίχες.

Ο σκίουρος έχει αμυγδαλωτά σκούρα προεξέχοντα μάτια, σχετικά μεγάλα για το μέγεθος του κεφαλιού του, με αρκετή απόσταση μεταξύ τους. Τα τριγωνικά του αυτιά είναι στητά και σε μερικά είδη έχουν τούφες στην κορυφή τους. Το ρύγχος του είναι μικρό και λήγει σε στρογγυλή μύτη.

Οι μεγαλύτεροι σκίουροι, οι μαρμότες, φτάνουν μέχρι 8 κιλά, ενώ οι μικρότεροι, που βρίσκονται στη δυτική Αφρική, έχουν βάρος μόλις 15 γραμμάρια.